Εκατόν τριάντα πέντε συμπληρώνονται φέτος από τη γέννηση του θρυλικού ηθοποιού, σκηνοθέτη και συνθέτη, Σερ Τσάρλι Τσάπλιν, ο οποίος μεγαλούργησε στις πρώτες δεκαετίες του Χόλιγουντ.
Είναι χρονικά η πρώτη παγκόσμια αναγνωρίσιμη φιγούρα της κινηματογραφικής τέχνης, κυρίως μέσω του χαρακτήρα «Σαρλό» που ενσάρκωνε στις ταινίες του, με το χαρακτηριστικό μπαστούνι, το φθαρμένο καπέλο και τα μεγάλα παπούτσια.
Γεννημένος στο Λονδίνο το 1889, ο Τσάπλιν χαράξε το δικό του μονοπάτι στην ιστορία του κινηματογράφου, αφήνοντας ανεξίτηλο το σημάδι του ως ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους και αγαπητούς καλλιτέχνες όλων των εποχών.
Οι γονείς του, Τσαρλς Τσάπλιν και Χάνα Χάριετ Πέντλιγκχαμ Χιλ, ήταν καλλιτέχνες του μιούζικ χολ. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και ένα χρόνο μετά τη γέννηση του Τσάρλι εγκατέλειψε τη σύζυγό του και τα δύο τους παιδιά, τον Τσάρλι και τον μεγαλύτερο αδερφό του, Σίντνεϊ, που είχε γεννηθεί εκτός γάμου.
Λίγο αργότερα η Χάνα εμφάνισε προβλήματα υγείας, εγκατέλειψε την καριέρα της και άρχισε να δουλεύει ως ράφτρα. Καθώς δεν είχε αρκετά χρήματα και ο πρώην σύζυγός της σπάνια τους βοηθούσε οικονομικά, αναγκάστηκε να ζήσει με τα παιδιά της σε διάφορα διαμερίσματα υπό άθλιες συνθήκες. Το 1895 μπήκε σε άσυλο φτωχών στο Λάμπεθ και τα δύο παιδιά της μεταφέρθηκαν σε ένα σχολείο για ορφανά και εγκατελελειμμένα παιδιά από το οποίο είχαν τις χειρότερες αναμνήσεις.
Τρία χρόνια αργότερα, και αφού η μητέρα τους μπήκε σε άσυλο φρενοβλαβών στο Κέιν Χιλ, ο πατέρας τους ανέλαβε με δικαστική απόφαση την επιμέλειά τους. Η ζωή όμως του Τσαρλς και του Σίντνεϊ δεν άλλαξε ουσιαστικά αφού ο πατέρας τους συνέχιζε να πίνει και οι δύο τους μεγάλωναν με την ερωμένη του πατέρα τους που ήταν επίσης αλκοολική. Αργότερα έζησαν ξανά για ένα διάστημα με τη μητέρα τους, που βγήκε προσωρινά από το άσυλο, ενώ ο Τσαρλς Τσάπλιν πέθανε σε ηλικία 37 ετών από το αλκοόλ και διάφορες ασθένειες. Τον Μάιο του 1903 η Χάνα ξαναμπήκε στο άσυλο και ο μικρός Τσάρλι εγκαταστάθηκε με τον αδερφό του σε ένα διαμέρισμα.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν βγήκε για πρώτη φορά στη σκηνή στην ηλικία των πέντε ετών, όταν ακόμα η μητέρα του δεν είχε εγκαταλείψει την καριέρα της, για να την αντικαταστήσει ένα βράδυ που ήταν άρρωστη, εκτελώντας με κωμικό τρόπο ένα τραγούδι-σουξέ μέσα σε καταιγισμό χειροκροτημάτων.
Αργότερα, με μεσολάβηση του πατέρα του, έγινε μέλος του παιδικού θιάσου Οι οκτώ λεβέντες του Λανκασάιρ με μισθό μισή κορώνα την εβδομάδα. Τον Ιούλιο του 1903 ο Τσάρλι έγινε μέλος ενός θιάσου και έπαιξε στην παράσταση Τζιμ, το μυθιστόρημα ενός Λονδρέζου, στην οποιά υποδυόταν ένα χαμίνι στους δρόμους του Λονδίνου. Στη συνέχεια έπαιξε στην αστυνομική κωμωδία Σέρλοκ Χολμς που γνώρισε μεγάλη επιτυχία.
Το Σεπτέμβριο του 1905 ο θίασος έφυγε για τουρνέ στις Η.Π.Α. χωρίς όμως τον Τσάρλι. Τον Ιούλιο του 1906 ο Σίντνεϊ προσλήφθηκε από τον διάσημο θιασάρχη του μιούζικ χολ Φρεντ Κάρνο και ο Τσάρλι στο θίασο Casey’s Court Circus. Δύο χρόνια αργότερα ο Τσάρλι προσλήφθηκε και αυτός στο θίασο του Κάρνο και έκανε τον μεθύστακα σε μια παράσταση παντομίμας, στο Mumming Birds.
Το φθινόπωρο του 1910 ο Τσάρλι ταξίδεψε με τον θίασο στην Αμερική, στα τέλη της επόμενης χρονιάς επέστρεψε στην Αγγλία και αφού μετέφερε την μητέρα του σε καλύτερο ίδρυμα, ξαναέφυγε με τον ίδιο θίασο για την Αμερική, όπου παρέμεινε πολλά χρόνια.
Από το 1912 ώς το 1918 αξιοποίησε το ταλέντο του σε πολλές μικρές κωμωδίες του βωβού κινηματογράφου, δημιουργώντας τον τύπο του Σαρλό. Ο ίδιος όχι μόνο πρωταγωνιστούσε, αλλά ήταν επίσης ο σεναριογράφος, σκηνοθέτης και συνθέτης της μουσικής των ταινιών του. Η παγκόσμια καταξίωση ήρθε μέσα από τις μεγάλου μήκους ταινίες του, όπως οι Μοντέρνοι καιροί, Ο μεγάλος δικτάτωρ, Τα φώτα της πόλης, Ο κύριος Βερντού και άλλες, που τον κατέταξαν ανάμεσα στους σημαντικότερους δημιουργούς της έβδομης τέχνης.
Το 1952, στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου και της Μαύρης Λίστας, αντιμετώπισε προβλήματα λόγω των αριστερών πολιτικών φρονημάτων του. Ενώ ταξίδευε προς το Λονδίνο, έμαθε την απόφαση του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης να ακυρώσει τη βίζα του και επομένως το δικαίωμα επιστροφής του στις ΗΠΑ.
Μετά από αυτό το γεγονός παρέμεινε οριστικά στην Ευρώπη, και πιο συγκεκριμένα στο Βεβέ της Ελβετίας, όπου πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου 1977. Στο διάστημα αυτό ταξίδεψε στην Αμερική μόνο μια φορά, το 1972, προκειμένου να παραλάβει το ειδικό Τιμητικό Όσκαρ για τη συνεισφορά του στην έβδομη τέχνη, κερδίζοντας το μεγαλύτερο σε διάρκεια χειροκρότημα της ιστορίας των βραβείων. Το 1995 σε μία παγκόσμια μελέτη σε κριτικούς κινηματογράφου, ο Τσάπλιν ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ηθοποιός στην ιστορία του κινηματογράφου. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει δέκατο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.
Το 1975 ανακηρύχτηκε ιππότης από τη βασίλισσα Ελισάβετ Β΄.
Μέσα από ταινίες όπως “Τα Φώτα της Πόλης”, “Ο Γονιός” και “Ο Δικτάτορας”, ο Τσάπλιν ασχολήθηκε με θεμελιώδη ανθρώπινα ζητήματα, σατιρίζοντας παράλληλα κοινωνικές ανισότητες και πολιτικές αδικίες.
Η ιδιοφυΐα του κρυβόταν στην απλότητα: με εκφραστικά βλέμματα, αστείες γκριμάτσες και ευφάνταστες σωματικές ερμηνείες, ο Τσάπλιν δημιούργησε χαρακτήρες διαχρονικούς, που μιλούσαν σε κάθε γλώσσα και άγγιζαν καρδιές σε όλο τον κόσμο.
Ο Τσάπλιν παντρεύτηκε τέσσερις φορές, όλες με συναδέλφους του. Εκτός των τεσσάρων γάμων του όμως είχε και πολλές άλλες σχέσεις.
Συνολικά απέκτησε 11 παιδιά, ένα από τον πρώτο γάμο, που πέθανε λίγες μέρες μετά τη γέννα, δύο από το δεύτερο και οκτώ από τον τέταρτο, με την Όνα, κόρη του Ευγένιου Ο’Νηλ, που όταν έγινε ο γάμος, το 1943, ήταν μόλις 18 ετών.
Αυτός ο γάμος κράτησε τριάντα τέσσερα χρόνια, μέχρι το θάνατό του Τσάπλιν.
Παρά το πέρασμα του χρόνου, η κληρονομιά του Τσάπλιν παραμένει ζωντανή. Η επιρροή του στον κινηματογράφο παραμένει αδιαμφισβήτητη. Ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο αθάνατος Σαρλό, αποτελεί διαχρονικό σύμβολο καλλιτεχνικής αριστείας, ανθρωπισμού και κοινωνικής συνείδησης.