Το 2025 μόλις ξεκίνησε, ωστόσο οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν ήδη κερδίσει περισσότερα από όσα θα βγάλει ο μέσος εργαζόμενος ολόκληρο το χρόνο.
Αναλυτικότερα, όπως δείχνει η τελευταία μέτρηση του High Pay Centre, η μέση ετήσια αμοιβή για τους διευθύνοντες συμβούλους του FTSE 100 είναι 4,22 εκατομμύρια λίρες, 113 φορές μεγαλύτερη από τη μέση αμοιβή των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης (£37.430).
Αυτό σημαίνει ότι οι CEOs θα υπερβούν τον ετήσιο μισθό των εργαζομένων τους μετά από μόλις τρεις εργάσιμες ημέρες.
Να σημειώσουμε ότι μπορεί οι αμοιβές των εργαζομένων να αυξήθηκαν την περασμένη χρονιά κατά 7% για τους εργαζόμενους έναντι 2,5% για τους διευθύνοντες συμβούλους, ωστόσο, οι αμοιβές των τελευταίων είναι σε επίπεδα ρεκόρ.
Ο Paul Nowak, γενικός γραμματέας της Συνομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων (TUC), σχολίασε: «Κάθε εργαζόμενος παίζει ρόλο στην παραγωγή του πλούτου της Βρετανίας. Αλλά ενώ εκατομμύρια χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι εξακολουθούν να αισθάνονται τις επιπτώσεις της κρίσης του κόστους ζωής, οι άνθρωποι στην κορυφή παίρνουν περισσότερα από το μερίδιο που τους αναλογεί».
Ο Pascal Soriot της AstraZeneca είναι ο πιο ακριβοπληρωμένος διευθύνων σύμβουλος του FTSE 100 εδώ και αρκετά χρόνια. Έλαβε αμοιβή 18,7 εκατομμυρίων λιρών για το 2024 παρά τις αντιρρήσεις των μετόχων. Ο Erik Engstrom, επικεφαλής της εταιρείας δεδομένων RelX και ο Tufan Erginbilgiç, επικεφαλής της εταιρείας κατασκευής κινητήρων Rolls-Royce, έλαβαν 13,6 εκατομμύρια έκαστος.
Ο μέσος μισθός των διευθύνοντων συμβούλων ισοδυναμεί με ωρομίσθιο £1.298,46 ή σχεδόν £22 κάθε λεπτό. Το High Pay Center υπολόγισε ότι τα διευθυντικά στελέχη του FTSE εργάζονται περίπου 62,5 ώρες την εβδομάδα.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι εταιρείες πρέπει να πληρώνουν τόσα πολλά για τα διευθυντικά τους στελέχη έτσι ώστε να προσελκύουν τα καλύτερα ταλέντα. Το 2023, ο επικεφαλής του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου υποστήριξε ότι οι βρετανικές εταιρείες πρέπει να πληρώνουν τα αφεντικά περισσότερο για να ταιριάζουν με τους Αμερικανούς ανταγωνιστές τους.
Τα συνδικάτα από την άλλη τονίζουν ότι οι αυξημένες αμοιβές πρέπει να πάνε στους εργαζόμενους οι οποίοι παράγουν τον πλούτο.
Ο Luke Hildyard, διευθυντής του High Pay Centre, ανέφερε από την πλευρά του ότι οι οικονομικές ανισότητες τροφοδοτούν τον πολιτικό διχασμό και ότι η τοποθέτηση εργαζομένων στα διοικητικά συμβούλια θα βοηθούσε να κλείσει το χάσμα μεταξύ εργαζομένων και αφεντικών.
«Η αίσθηση ότι η οικονομία λειτουργεί για τον εμπλουτισμό μιας μικροσκοπικής ελίτ εις βάρος της ευρύτερης κοινωνίας είναι μια υποτιμημένη αιτία λαϊκού θυμού και υποστήριξης εξτρεμιστικών πολιτικών», είπε. «Οι φορείς χάραξης πολιτικής που αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν αυτή την ανισότητα αποθηκεύουν μερικά μεγάλα προβλήματα για το μέλλον».